Friday, 25 June 2010

Antipaxoi. makria apo ton athlio politismo mas.



Μια Κυριακή προς τέλη Ιουνίου φτάσαμε στους Αντι παξούς.


4 κάτοικοι σ'oλο το νησί, και μείς μόνοι σε μια παραλία
με σκηνή κάτω απ' τα δέντρα και ηρεμία ατελείωτη. 
Απόλυτη Γαλήνη.






  Οι παραλίες (το βουτουμι και η βρικα) ήταν σαν και αυτές της Μαλαισίας και του Βιετνάμ, με λευκή άμμο και κρυστάλλινα καθαρά νερά.
Βέβαια είχαμε συνέχεια το αγχος για το πως θα φύγουμε μιας και φυσούσε συνέχεια, και έβρεχε
με αποτέλεσμα να αποκλειστούμε στο νησί.








Είχε πλάκα πάντως!  Εξερευνήσαμε το νησί, ανεβήκαμε ανηφόρες ατελείωτες, εξαντληθήκαμε τόσο που
στο τέλος μόνο ψωμί και ντομάτα να τρώγαμε θα μας φαινόταν  πολυτελές δείπνο.




Η φύση εκεί, είχε σχεδόν ότι χρειαζόμασταν για να επιβιώσουμε.
Θα μπορούσες να επιβιώσεις έχοντας μόνο, δυο σουγιάδες, αναπτήρα, κατσαρολάκι,
σλιπιν μπαγκ-υποστρωμα πετονιά-αγκίστρι-  νερό, και μερικά καλά βιβλία...


   Και το να ανάβεις φωτιά μόνος, εχοντας πάρει όλα τα απαραίτητα μέτρα, σε κάνει να νοιώθεις
περισότερο ικανός για οτιδήποτε.


 Όλα τα άλλα στα προσφέρει η φύση.


 Ούτε ρευμα ούτε "πολιτισμός", απλά φύση, γαλήνη και ηρεμία.


Εξάλλου, τι να τον κάνω  τον πολιτισμό, έτσι όπως τον έχουμε καταντήσει?


 Μου κακοφάνηκε πάρα πολύ όταν επέστρεψα.
Δυστυχώς θα συνηθίσω και γω κάποια στιγμη
και θα γίνω πάλι αυτο το ρομποτάκι που θέλει
η "κοινωνία" αυτή να είμαι.






----------------------------------------------------------------------------------------------------------- 


"Τι κι αν ανάβουν τα φώτα καθώς βραδυάζει στις πολιτείες...  Εγω γυρίζω σελίδα - Εγκαταλείπω την ευρώπη.


Ο θαλλασσινός αέρας θα κάψει τα πνευμόνια μου.  Στα  εξωτικά κλίματα θα σκληραγωγηθώ. Θα κολυμπώ, θα μασουλάω χορτάρι,


θα κυνηγώ, και πάνω απ' όλα θα καπνίζω.  Θα πίνω δυνατά ποτά σαν καυτό μέταλλο,


όπως επιναν γύρω απ τη φωτιά οι καλοί μας πρόγονοι.


Θα γυρίσω μαυρισμένος με ατσαλένιο κορμί και μάτι που γυαλίζει.  Θα νομίζουν οτι κρατώ απο άλλη γενιά."










Απο το "Μια εποχή στην κόλαση"  του Arthur Rimbaud.








-----------------------------------------------------------------------------------------------------------


  

 Οποιος γνώρισε κάποιες  άλλες μέρες, αυτές τις εξοργιστικές μέρες με τις κρίσεις αρθρίτιδας η εκείνες με τους φοβερούς πονοκέφαλους που φωλιάζουν πίσω απο


τους βοβλβούς των ματιών σου και σου βασανίζουν τα νευρα με σατανική απόλαυση, μέρες ψυχικής φθοράς, άθλιες μέρες εσωτερικής κενότητας και απόγνωσης,
όταν, πάνω σ'αυτή την κακόμοιρη γη που τη στράγγιξαν οι βρυκόλακες του χρήματος, ο κόσμος των ανθρώπων και του αμφίβολου πολιτισμού, σου μορφάζει
με την ξεδιάντροπη γοητεία ενός ψευτικου και χυδαίου πανηγυριού και σε κυνηγάει με την επιμονή ενός εμετικού,
και όταν το καθετι σου περισφίγγει ανυπόφορα το αποκαμωμένο σου εγώ - όποιος γνώρισε αυτές τις μέρες της κόλασης μπορεί, πραγματικά, να είναι ευχαριστημένος με φυσιολογικές και λειψές μέρες σαν και τη σημερινή.




  Κοχλάζει μέσα μου μια άγρια λαχτάρα για έντονη αίσθηση και δυνατές συγκινήσεις, και με κυριέυει μια μανία ενάντια σ'αυτη την άτονη,
επίπεδη και άγονη  "φυσιολογική" ζωή.


  Νοιώθω μια ξέφρενη ανάγκη να σπάσω κάτι, οτιδήποτε - το διπλανό μπακάλικο, ίσως μια καθεδρική εκκλησία η την αφεντιά μου -  να κάνω εξοργιστικά πράγματα,
να μαδήσω τις περούκες μερικών αξιοσέβαστων ειδώλων η να δώσω σε μερικά επαναστατημένα μαθητούδια το πολυπόθητο εισιτήριο για το Αμβούργο η να ξεβρακώσω δυο τρεις απο
τους βαρύγδουπους εκπροσώπους του κατεστημένου.




  ...Γιατί εκείνο που απο πάντα σιχαινόμουν και περιφρονούσα και καταριόμουν περισσότερο απο κάθε τι άλλο, ήταν αυτή η αυτάρεσκη ικανοποίηση, αυτή η λατρεία της ανούσιας υγείας και καλοπέρασης, αυτή η προσεχτικά διατηρημένη αισιοδοξία της μεσαίας τάξης, αυτής της παχουλής και καλοβολεμένης κλόσσας της μετριότητας.






Απο το "ο λύκος της στέπας" του Hermann esse

0 comments:

Post a Comment